Agios Sergios Famagusta Cyprus

Ayios Seryios Cyprus

Αρχικη

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΕΥΤΡΑΠΕΛΑ

Γενικη

Φωτο-Γκαλερυ

Σκοπος της Ιστοσελιδας

Χαιρετισμοι Φιλων Αγιου Σεργιου

Ναος Αγ Σεργιου

Σαλαμινα

Ποιηματα

Αποστολος Βαρναβας

Εορτη Αγιων Σεργιου και Βακχου

Ηρωες και Αγνοουμενοι

Ασχολιες Αησεργητων πριν το 1974

Ασχολιες Αησεργητων μετα το 1974

Ιστοριες και Ευτραπελα

Θυμησες

Αγιος Σεργιος - με την Λουλλα Λορδου Ιωνιδου

Ποτέ δεν ειναι αργά να ζησεις το παρελθόν σου

Το Πασχα των Γεννών

Προσωπικά Βιώματα

Επικοινωνια

DEN XEHNO

Agios Sergios Square

 


Οπως σε καθε χωριο της Κυπρου ετσι και στο χωριο μας οι κατοικοι ηταν ευχαρεις και πολυ χιουμοριστες. Το χωριο μας ηταν γνωστο στην γυρω περιοχη για τα πετυχεμενα του παρατσουκλια, τα ανεκδοτα αλλα και τες ευτραπελες ιστοριες. Οι περισσοτεροι ανθρωποι ηταν γνωστοι μονο με το μικρο τους ονομα (η το παρατσουκλι) και το μικρο του πατερα η της μητερας (η τα παρατσουκλια). Αν για παραδειγμα, εψαχνες τον Μιχαλη Παπαμιχαηλ, κανενας δεν μπορουσε να σε βοηθησει. Αν ομως ελεγες τον "Μιχαλη της Ζουβανας" ολοι ηξεραν ποιος ειναι. Αν παλι εψαχνες για τον Αντρεα Μουσουρο επρεπε να πεις τον "Τουγκο". Αν π.χ εψαχνες τον Παναη, επρεπε να ρωτησεις "Που εν ο Παναης της Τσουτας"

Παρατσουκλια και ονοματα: Με καλή πιστη και χωρις προθεση να θιξω κανενα, παραθετω πιο κατω μερικα απο τα χαρακτηριστικα και χιουμοριστικα παρατσουκλια η ονοματα των συγχωριανων.

Ο ΄Ατσουπας

Ο Τότσος

Ο Όγρακας

Ο Γλυκαππάνης

Ο Πατές

Η Κλατσέ

Ο Πιτήζης

Ο Λούλλος

Ο Κλαντής

Ο Πιστόλιας

Ο Τούγκος

Ο Χολέβας

Ο Ππίριλλος

Ο Τούμπης

Ο Κκάραντος

O Shiaκαλλος

O Chirpis

Ο Σόφκιος

Ο Κούπερ

Ο Αυτόματος

Ο Πόλεμος

Ο Σταυκάς

Ο Γάλος

Ο Πόρτης

Ο Xishestis

Ο Ππάλης

Ο Ούκουκου

Ο Κκελλές

Ο Μούνας

Ο Ττάττης

Η Φούτσα

Ο Ττάψης

Ο Πατάτας

Ο Τράβατην

Ο Λουβκιάς

Ο Γαντζος

O Koujartos

Ο Άπαπος

Ο αεροπόρος

Ο Τσουνιάς

Ο Julis

Ο Κόλος

Ο Μαντουπάλας

Ο Κλίκκης

Ο Κουττούκας

Η Ροτσού

Η Γρουσή

Η Ππουρού

Ο 'Ακικης

Ο 'Ημισος

Ο Σπανιολος

Ο Shantroullos

H Shenga

Ο Σπλίγκος

Ο Κουνέλιας

Ο Tchiftes

Ο Κούκκος

Ο Τζιήρκας

Ο Σκόρτος

Ο Πακουάς

Ο Mishos

Ο Πίρτας

Koushenterlis

O Πάππας

Ο Γιάλλας

O Sherifis

O Καραβελλος

Ο Ππουντζιής

Ο Jindris

Ο Ζαρτυλος

Ο Κούλουμπρος

Η Λιμουζινα

Ο Νόστιμος

Ο Κουλλάς

Ο Τρέλλος

O Shiros

Η Πελλάτσα

Ο Κουτεshis

Ο Αλουπός

Ο Shingirlis

Ο Τσέφος

Ο Γαρος

Ο Λέοντας

Ο Κοντζιολός

Ο Τσακιτζιής

Ο Πασατέμπος

Ο Ρίγος

Ο Σπάρος

Ο Πετεβίνος

Ο Τρίγγυλος

Ο Κουshkounos

Ο Ζαχαρενος

Ο 'Απαπος

O Καρκάνης

Ο Ταρζάς

Ο Σίλος

Ο Αττιπελάς

Ο Κερεμέζος

Ο Τιρλιντής

Ο Πουλουπούξιος

Η Παshia

Ο Ττίττος

Ο Σκελής

Ο 'Οτσινας

Ο Τιρτής

Ο Τρίκκελλος

Ο Ππόλος

Ο Chimpourlos

Ο Τοτός

Ο Koushallis

Ο Ποτίτσιος

Ο Βρούτσος

Ο Αξιάμπαπας

Ο Πουρτσιάκκης

Ο Φύζας

Ο Μούshις

Ο Παρούτης

Ο Λοιζαρτάς

Ο Ττάττης

Ο Καττίλης

Ο Αήστεμε

Ο Βίττης

Ο Σύζινος

Ο Κανάτας

Ο Κάτσσιαμπρος

Ο Chakkourmas

Ο Pitchis

Ο Κοριτσάς

Ο Πούππος

Ο Συξιλές

Ο Κούλλουππος

Ο Κούζος

Η Χάπμα

Ο Ποτατσιής

Ο Ττάντζιελος

Ο Χάτζιος

Ο Ζίλλης

Ο Παουλλής

O Chαpoutis

Ο Σταμπόλης

Ο Αντρούτσος

Ο Πουλλής

Ο Πάπιος

Ο Πόντικας

Το Ποντίκι

Ο Δικαστής

Η Πίμπα

Ο Κολοκοφάς

Ο Σιλής

Ο Πουρούτης

Ο Κατράς

Ο Καμενος

Ο Μαυρος

Ο Ασπρος

Ο Σκουρος

Ο Kotchinos

Ο Γρύλλος

Ο Τρυπής

Ο Αμερικάνος

Ο Αντζιέλλος

Ο Αηλώς

Ο Ιάπωνας

Ο Γιάληαλης

Η Τσούτα

Ο Γλύκας

Ο Κουτσιάς

Ο Κολόμπος

Ο Κκιρκός

Ο Κουτός

Ο Καλαούζος

Ο Κουτσιουμπής

Ο Λουλλάς

Ο Πάshος

Ο Ληστής

Ο Μάστραππος

Ο Μαέστρος

Ο Μάος

Ο Μούντουκκος

Ο Πίτας

Ο Μπέος

Ο Κκέφτης

Η Ξιάλλα

Ο Φκιαλάς

Ο Ππιρές

Ο Ττούμπας

Ο Πατσής

Ο Πουλίστρας

Ο Σσιαπάνης

Ο Τσιέρκεζος

Ο Σπάταλος

Ο Σκοτεινός

Ο Στρούφος

Ο Ατατίλας

Ο Κλόκκος

Η Φώκα

Ο Μούχτος

Ο Πιλόττος

Ο Ζές (Ζέγκυλης)

 

 

 

 

 

 

 

Τοπολαλια και Προφορα: Ωπως σε καθε συμπλεγμα χωριων της επαρχιας Αμμοχωστου ετσι και οι απλοι Αησεργητες ειχαν την δικη τους ξεχωριστη τοπολαλια. Συνηθη γραμματα του Ελληνικου αλφαβητου, κυριως τα "συμφωνα" ετυγχαναν καποιας αλλοιωσης. Σε αρκετες λεξεις το γραμμα Φ επροφερετο σαν Χ (παραδειγμα Ο Φιλιππος εγινοταν Χιλιππος η το Θερκο (φιδι) Φερκο). Επισης το Θ επροφερετο ως Χ (για παραδειγμα το ρημα "Επεθανε" γινοταν "ΕπεΧανε"  το "Θωρω" "Χωρω" το "Θυμηθου" "ΑττυμηΧου" το "εντυθηκα" "εντυΧηκα" το "Θελεις" "Χελεις" το "Εθαμπωσε" "ΕΧαμπωσε" το "Εμαθα" "ΕμαΧα" το "Εθερησε" "ΕΧερησε" το "Εθυμωσα" "ΕΧυμωσα"). Το ιδιο γραμμα Θ γινοταν καποτε και Φ (παραδειγμα η λεξη στρουθος γινοταν "στρουΦος") Το γραμμα Δ γινοταν καποτε Γ (παραδειγμα η λεξη Δυναμη γινοταν "Γυναμη" το Δανεικα "Γανεικα" το ρημα Εδερα "ΕΓερα")
Πλουσιες σε αλλοωσεις ηταν και διαφορες λεξεις, ρηματα η φρασεις οπως για παραδειγμα η Αλιζαυρα λεγοταν "Shelendrouna" ο βατραχος "Ογρακας" η δεξαμενη "δοξαμενη" ο τραυλος "Τταττης" το ρημα "Επιασα" "Εκιαα". Η φραση "Του ριξα μια σφαλιαρα" στα Αησεργητικα μεταφραζεται ως "Εβουννησα του εναν πατσον" η δε φραση "Αφησε το εκει και φυγε" μεταφραζεται ως "Χαμνα το τζιαμαι τζιαι λαμνε". Η προταση "Δεν σου δινω ετσι λεφτα" στα Αησεργητικα εμεταφραζετο ως "Εν σου κιω ετσι ππαραες"

Αφηγησεις απο ευτραπελες Ιστοριες του χωριου:

Ο Ροβέρτος του Γιωρκή του Παπά αφηγείται: <Στη περιοχή Τράχωνας υπηρχαν παρα πολλές κονναριές και μοσφιλιές. Σε μια εξόρμηση μαζι με τον Γιώρκο της Ζουβάνας και τον μ. Γιώργο Ατατίλα η Καραφέσκο έππεσα απο την μοσφιλιά και την αλλη μερα βρέθηκα στη κλινική του Χατζηκακού στο Βαρωσι με σπασμένο ζυνάπι. Μετα απο μια βδομάδα κλινήρης εις την κλινική επήεν ο πατέρας μου να πληρώσει και ο γιατρός ο Χατζηκακού ειπε: "Να πάτε στο καλό και δεν χρωστάτε τίποτε". Αιωνια του η μνήμη>

<ΚΑΛΗΝΥΚΤΑ ΡΕ ΦΙΛΙΠΠΗ... Thank you α > Χρονια πρίν οταν ανοιξε την ταβέρνα στην Επισκοπή. ο Φιλιππής συναντησε τον μακαρίτη τον Ρήγο σ΄ενα καφενε στα Πολεμίδια και του ειπε <Κοπιάστε να δοκιμασετε τους μεζεδες μας> .Μετα απο λίγες μέρες μαζευτήκαμε πραγματι εκει στη καινούργια ταβέρνα, ο μ. ο Ρήγος (σαν αρχηγός της ομάδας) εγω (Γιωτης Λαμπρου), ο Δημητράκης του Γιωρκή του Πάπά. ο αδελφός του ο Μάκης και ο Ροβέρτος,ο Νικος ο Κουμπαρής και ο Τούγκος. Πραγματι το σερβις αψογο, οι μεζέδες απίθανοι, οι μπυρες τσακρί. Τέλος της βραδυάς και συμφωνούμε να φευγει ενας-ενας και να πηγαίνει εξω στο χωρο σταθμευσης και να περιμένει τούς υπόλοιπους. Παει ο πρωτος (ο μ. ο Ρηγος) εκει στο πάγκο που ηταν ο Φιλιππής ευχαρης και χαμογελαστός <Καληνύκτα ρε Φιλιππή... νασαι καλά... thank you α> Παει ο δευτερος. ο τριτος κλπ, το ιδιο Αμα εφυγε και ο τελευταίος γυριζει δίπλα στο γκαρσόνι και του λεει φωνακτα (εμεις ακούαμε) <Ρε μα επλήρώσαν μας τουτοι οι τζιεγκένηες οι Αη Σερκήτες??> <οχι> του απαντα το γκαρσόνι. <Ρε τούς ξημαρισμένους, εκάτσαν μας την!!> λεει ο Φιλιππής. Εμεις εκει στα σκοτεινά εππέσαμε χαμαι που το γέλιο!! (Βέβαια μετα την πλάκα επληρώσαμε κανονικά και με καλό πουρπουάρ) Αιωνία σου η μνήμη φιλε Ρηγο!!

Ανωνυμος Αη Σεργήτης: Ο Αρκυρός, πριν να γινει αστυνομικός σπέσιαλ, αγόραζε ψαρια απο τους ψαράδες του χωριού, τα έδενε από την κεφαλή με μια "λιμιστίρα" και τα εμεταπολουσε (καποτε τα εβαζε και σε λαχειο) εκει στη πλατεια του χωριού και στους καφενέδες για να ζηση την πολυμελή οικογενεια του. Ενα πρωί μπηκε στο καφενέ του Γιωρκή του Παπά, τον φωναξε ο γιατρός ο Γιάννης και αγορασε 3-4 ψαρια παραγγέλλοντας του με την φράση <Πάρτα έσσω>. Οκ <εγινε> του απαντά ο Αρκυρός. Κατα το μεσημερι ο γιατρός ετοιμαζοντας την ορεξη του για ψαρια επέστρεψε στο σπιτι ρωτώντας τη συζυγο του αν τα ετηγάνησε. <Ποια ψαρια?> ρωτα η συζυγος εκπληκτη. <Αυτα που σου εφερε ο Αρκυρός> απαντά ο γιατρός. <Κανενας δεν εφερε ψαρια> λεει η συζυγός. Αφου λοιπον ο γιατρός εφαγε αυγα τηγανητα, κατα το απογευματάκι βρισκει τον Αρκυρό και τον ρωτά <Βρε μα δεν πηρες τα ψαρια εσσω?> Αρκυρός <Βεβαίως και τα πηρα> Γιατρός <Που?> Αρκυρός <ΕΣΣΩ ΜΟΥ - οπως μου ειπες, και τα τηγάνησε η Πίμπα>!!!!

<ΖΕΞΕ ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΤΖΙ΄ΕΡΚΟΥΜΕ> Η γνωστή φραση προέρχεται απο τον Αντωνη του Ρότσα, πατέρα του Μιτρή του Ρότσα ο οποίος ειχε μια "καρρέττα" που την εσερναν δυο βόδια. Μιά μερα, έτοιμος να ξεκινήσει για τα χωράφια μπουκκάρουν δυο αστυνομικοί στο σπιτι και του απαγγελλουν μια κατηγορία για καποιο μικροπαράπτωμα, καλώντας τον ταυτοχρονα να ερθει μαζί τους στον αστυνομικό σταθμό. Την ιδια στιγμή εμφανιζεται και η Κατερίνα, η συζυγος και τον ρωτά τι συμβαίνει. Και ο γερο Αντωνης της απαντα <Εννε τίποτε. Ζεξε Κατερίνα τζι' ερκουμαι> Παίρνουν λοιπόν τόν κυρ Αντώνη στο σταθμο και αμεσως τον οδηγούν στο κρατητήριο του Βαρωσιού οπου μενει υπο κράτηση για 3 μέρες χωρίς βέβαια να προκύψει τίποτε εις βάρος του. Η γιαγιά Κατερίνα ομως - πισω στο σπίτι - και σε πληρη αγνοια για τα τεκταινόμενα, ειχε ηδη <ζέξει> τα βοδια στην καρέττα και τον ανέμενε.... Εκτοτε παρέμεινε η φράση να λεγεται για καποιον που υποσχόταν να παει κάπου και να επιστρέψει σε λιγο, ενω δεν επέστρεφε.

<ΈΚΤΑΡΕΣ ΜΕ ΡΕ ΠΟΥΣΚΑ... ΤΕΛΟΣ ΠΑΝΤΩΝ...ΓΡΑΨΕ ΤΑ...> Διπλα απο το μπακκάλικο του Στυλλή, απέναντι απο τον καφενέ του Γιαννή (όπου εστεγάζετο η Δυναμό) και λιγα μέτρα νοτιότερα της πλατείας ηταν η γνωστη ταβέρνα του Πούσκα ο οποιος - αυστηρός και "σφικτός" όντας - απεχθάνετο το "βερεσιέ". Μέσα μάλιστα στην ταβέρνα, ειχε και μια μεγάλη επιγραφη που εγραφε το γνωστο <Πίστωση εις ουδένα> Εξω απο το κατάστημα του ειχε παντα και μιά βαρέλλα (με την φουντανού) με πεζίνα την οποίαν επωλόυσε με την μπουκάλα. Πάει μιαν ημέρα ο γνωστος πλάκατζιης, ο Γιωρκής του Φόρσου (αλλως το Φορσίν) και παραγγέλλει να του γεμίσει την μοτορούν με πεζίνα. Εκατσε λοιπόν ο Γιωρκής να ξεκουραστει και  ρωτά <τι φαγητό εχεις σήμερα> <Φρεσκότατο και μαλακό οφτόν κλέφτικο... τρώνται τζιαι τα κόκκαλα...> απαντά διαφημηστικά ο Πούσκας. <Ρε οϊ να μέν μασσιέται...> λεει ο Γιωρκής <Ποττέ κουμπάρε... ήντα έφαεν τζί' η κοτζιάκαρη που εν εχει δόντια> απαντά με υπερηφάνεια ο Πούσκας! <Οκ φερε μιαν μερίδα, μιά σαλάτα, λλία τσαρτελλούδκια με λάι καλό τζιαι μια μιτσιά V.O 31 (κονιάκ μισού λίτρου) Τρωέι.. πίννει το Φορσίν..  <φέρε τζιαι ενα Craven "A"> (τσιγάρα).. κάθεται πάστην μοτορού και ετοιμάζεται να φυγει.... <Ρε Γιωρκή ... που παεις... 25 σελίνια> φωνάζει ο Πούσκας από τον πάγκο όπου ετοίμαζε τον λογαριασμο. <ΈΚΤΑΡΕΣ ΜΕ ΡΕ ΠΟΥΣΚΑ... ΤΕΛΟΣ ΠΑΝΤΩΝ... ΓΡΑΨΕ ΤΑ ...> λεει ο Γιωρκής και γινεται καπνός... Κάποιος θαμώνας εκει, λεει στον Πουσκα γελώντας <Αν τον ι-ξαναδείς shέσε μου.. το *κκεshτίν έφας το> και ειχε βέβαια δίκαιο! Ο  Πούσκας ακόμα περιμένει τα χρωστούμενα... (*Κκeshτί = Δεν πληρώνω τα χρωστούμενα, φορώ καππέλο σε καποιον)
(Ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες - που μάλλον δεν ευσταθούν - φερουν τον Πουσκα  να ερχεται στην Κύπρο (μετά απο χρόνια) για διακοπές απο την Αυστραλία  - οπου διαμένει μόνιμα - και να πηγαίνει στην γνωστη ταβέρνα FORSOS στη Μουτταγιακκα. Επαραγγειλε μεζέδες για ολη την οικογενεια, κονιάκ, μπυρες κλπ, ζητά τον λογαριασμό απο το γκαρσόνι, τον φερνει και βλεπει 80 ευρω! Λεει <που εν ο μάστρος σου> <Λειπει σήμερα> λεει το γκαρσόνι. Βγάζει τότε μια τσαλακωμένη και κιτρινισμένη κολλού 30 χρόνων που εγραφεν πάνω <Φορσίν 25 σελίνια> και λεει <δωστην του μάστρου σου ... εν που τον Πούσκαν πέ του....τζιαι τα ρέστα δικά του... Καληνύκτα...>)

<ΡΙΞΑΜΕ ΤΡΕΙΣ ΠΕΡΔΙΚΕΣ - ΔΥΟ ΑΣΠΡΕΣ ΚΑΙ ΜΙΑ ΚΟΚΚΙΝΗ> Ολοι οι παλαιότεροι Αη Σεργήτες θυμομαστε τον εξ΄Αλεξανδρείας Γίαννη τον Μηχανικό (αλλως Αμερικάνο, με την καλαμαρίστικη προφορά του) ο οποίος εδιατηρούσε το γνωστο αλευρόμυλο, λιγα μετρα βόρεια της πλατέας. Θυμόμαστε επίσης οτι ειχε και ενα θετό γιο με μετριο (εως χαμηλό) δεικτη νοημοσύνης, τον Αντρίκκο που τον φωνάζαμε αρρωστο-φαία.
Ο κυρ Γιαννης ηταν γνωστός λαφαζάνης για τες δεινές του δηθεν κυνηγετικές ικανότητες στίς περδικες! ΦΥΣΙΚΑ ολοι οι καφενόβιοι χωρκανόι εγνωριζαν οτι επρόκειτο για πεζούνια που "επαιζε" απο τα γυρω πεζουναρκά των χωρκανων!
Ενα πρωινό ο κυρ Γάννης μαζι τον αρρωστο-φαία επερνούσαν με το ποδήλατο, ντυμένοι φούλ στα κυνηγετικά (με παραλλαγή, καππελλούθκια, χαρτόυτσιες στη κόξα κλπ) εξω απο τον καφενε του Γιωρκή του Παπά όπου μερικοί θαμωνες τους ερωτησαν ειρωνικα που πάνε. Και ο Αντρικκος - ο αρρωστοφαίας - με τον σσιεπέττο στον ωμο και καθίμενος πισω στο πoδήλατο, απαντα με πάσα σοβαρότητα και στόμφο "Πάμε για πέρδικες".
Το απογευμα της ιδιας μέρας ο "ελαφρόμυαλος" Αντρικκος επηγε εκει στου Γιωρκή του Παπά για το εβδομαδιάτικο ψωνισμα και τον ρωτησαν "Τι εγινε σήμερα Αντρικκο στο κυνήγι?" Κορδωτός και με πάσα ειλικρείνια λεγει μεγαλοφωνως Ρίξαμε τρεις πέρδικες. Δυο άσπρες και μία κόκκινη> !!!! ................(φυσικά ασπρες περδικες δεν υαρχουν)....

<ΑΔΕΛΦΕ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΕ, ΠΟΙΟΣ ΕΦΑΓΕ ΤΑ ΠΕΖΟΥΝΟΥΔΙΑ?> Ειναι γνωστο οτι ο πτωχός τω πνεύματι Κωσταντής ο Κλαντής έμενε στον Απόστολο Βαρνάβα και εκτελούσε χρέη βοηθού των 3 αδελφών ιερομονάχων της Μονής. Εφρόντιζε το πορτοκαλεώνα, τον περιστερώνα, εμαγείρευε για τους μοναχούς κλπ. Καθε Κυριακή ο πατήρ Στέφανος - ο γηραιότερος μοναχός - του επαράγγελλε να βράζει 2-3 πεζουνούδια (αλλως ππαλαζούδκια) απο το πεζουναρκό της Μονής μαζι με πατάτες βραστές. Ομως ο Κλαντής τα έτρωε μονος του και αφηνε στους μοναχούς μόνο τες βραστες πατάτες! Τη μιά τους ελεγε οτι δεν εβρισκε ππαλαζούδκια, την αλλη οτι τα εκαψε στην μαείρισσα κλπ. Καθε Κυριακή, μονο πατάτες βραστές στο μενού των μοναχών! Οπότε, ο εξυπνος πατηρ Στέφανος, εχώστηκε μεσα στο Ιερό και οταν ο Κλαντής επηγε να ανάψει τα καντήλια στο εικονοστάσι του εφώναξε απο μέσα (με τον σεντόριο Άγιο τόνο της φωνής του) < Αδελφέ Κωνστάντιε... Ο Απόστολος Βαρνάβας σου ομιλεί... Γνωριζεις οτι το ψέμα ειναι αμαρτία.... Ποιός εφαγε τα πεζουνούδια?> Ξαφνιασμένος και φοβισμένος ο Κλαντής κοιτάζει ψηλά και μετα απο λιγα δευτερόλεπτα λεγει απολογητικά <Συγχώρεσον Απόστολε τον αμαρτωλό δούλο σου... εγιώ τα έτρωα...> Θα το ξανακάνεις?> Ρωτά ο πάτερ. <Οχι...οχί ποτέ... να μου κοπούν τα χέρια Απόστολε μου....> απαντά ο Κωσταντής!! Απο τότε οι μοναχοι αρχισαν να τρών ... τζιαι πεζουνούδια... μαζί με τες πατάτες...

Διευκρίνηση: Απο τους Ιερομόναχους ο μεγάλος αδελφός ήταν ο Στέφανος, 2ος ο Χαρίτων και 3ος ο Βαρνάβας. Ο Κωνσταντής ήταν γιός της Σιεγγούς. Και η αδελφή του η Ευαλλού παντρεύτηκε το Κοσμά, αδελφό του Γληόρη, όπου εμετανάστευσαν στην Αγγλία.

<ΚΟΨΕ ΚΟΥΠΜΑΡΕ ΟΣΑ ΧΕΛΕΙΣ... ΝΑ ΦΑΝ ΤΑ ΜΩΡΑ> Γνωστό Αη Σερκήτικο κλεφτρόνι της τότε εποχής 'εκλεφτεν απο τον πορτοκαλεώνα του Πλουτή (κοντά στον Απ. Βαρνάβα) κάτι μαντορίνια 'ιshα με τα... γκρέυφρου(grapefruits), οταν καποιος ξενοχωρίτης περαστικός εσταμάτησε και - νομίζοντας οτι ηταν ο ιδιοκτήτης - τον ρωτησε αν μπορούσε να κόψει περικά μαντορίνια να παρει των μωρων. <Κοψε κουμπάρε οσα χέλεις... να φαν τα μωρά>. Του απαντησε ο "γενναιόδωρος" ... χωρκανός!! Σε άλλη ερώτηση <Πως τα καταφέρνεις τζιαι βκάλλεις ετσι μεάλα μαντορίνια?> του απάντησε <Κουελλόκοπρο κουμπάρε τζιαι πολλύ νερό!! Εν πολλή η δουλειά τζιαί κουραστική ομως... Που το γέννημα ως το βούττημα του ήλιου εν σηκώνω κκελλέ> !!!

Βασιλης Φιλιππου: Θυμαμαι τον Αντρικκον του Παρουτη, τον γιον του Σοφκιου, που επιαννεν τους στρουθους που τούς λάκκους, τους εβαφε κιτρινους και προσπαθουσε να τους πωλησει σε αφελεις για καναρινια!!

Ανωνυμος Αησεργητης: Θυμαμαι τους εξης στιχους που ελεαν οι παλιοι συγχωριανοι: "Ο Τζιηρκακός του Μήλιου ο Τζιηρκακός ο μιάλος, που έπιαεν τον ττόπουζο τζιαι σκότωσεν τον γαρο"

Γιωτης Λάμπρου Θυμαμαι στες Αρχες της δεκαετιας του 60, ηρθε η πρωτη μαυροασπρη τηλεοραση στο χωριο μας. "Συν γυναιξι και τεκνοις" ετρεξαν ολοι οι Αησεργητες στον καφενε του Γιωρκη του Παπα (αν δεν με απατα η μνημη) για να δουν τι ηταν αυτο το πραμα. Πολλοι απο μας εψαχναν να βρουν ανθρωπους μεσα στο κουτι της τηλεορασης!! Οι πρωτες εκπομπες του ΡΙΚ διηρκουσαν 2-3 ωρες. Ανεξητιλα στην μνημη μου παραμενουν οι σειρες "Daktari" "Bonanza" και το "Κατωθκιον της Μαδαρης" με τον Φιρφιρη και αλλους.

Ανώνυμος Αη Σεργήτης Θυμαμαι μαθητης του δημοτικου, στο πανηγυρι του χωριου μας, εξω απο την εκκλησια, εβλεπα τες πραματιες στους παγκους των πωλητων και εγλυφα τα χειλη μου. Ημουν απενταρος. Πλησιασα τον παγκο του "Ττοτταρα" αρπαξα ενα κομματι σουτζιουκκο και αρχισα να τρεχω. Για κακην μου τυχη ομως, το κομματι ηταν δεμμενο με τα υπολοιπα κομματια και εξετυλιγοντο το ενα μετα το αλλο σε αποσταση πεντε μετρων. Οπως ηταν φυσικο, εγινα αντιληπτος απο τον Τοτταρα που με αρπαξε απο τ' αυτι και μου δωσε το ξυλο της χρονιας μου!

Πανικος Αιμιλιου: Θυμαμαι σε καποιο πανηγυρι του χωριου ειχε ερθει καποιος ξενοχωριτης, ενοικιασε μια καμαρη απο τον Λυσαντρη της Φιλιας που το αγγειοπλαστειο του ηταν κοντα στην εκκλησια. Εκει, μεσα στην καμαρη, ειχε ενα τεραστιο αλυσοδεμενο γοριλλα οπου πληρωναμε μισο σελινι εισοδο για να τον δουμε!!

Ανωνυμος Αησεργητης: Εγω και ο Π.Κ φτωχα και ξυπολητα παιδακια τοτε, εκλεβαμε "ποτσες" απο τες γειτονιες και τες πωλουσαμε στον Παρπερη. Αυτος αφου τες ετοποθετουσε πισω στην αυλη του μαγαζιου του, μας εδινε μια-δυο μπακκιρες η καμμια φουχτα στραγαλια. Την επομενη, επετασσουμαστε τον φραμο της αυλης του, τες ξανακλεβαμε και του τες ξαναπωλουσαμε!

Σταυρης του Πινα: Θυμαμαι στη τριτη δημοτικου, ερωτησεν ο δακαλος ο Κυριακος "100 μιλς τι μας κανουν; και επεταχτηκε ο Φιλιππης του Μουχταρη και απαντησε: "100 μιλς μας κανουν ενα τσιφτε". Η απαντηση ηταν σωστη μεν αλλα με την τουρκικη ονομασια. Στα Ελληνικα επρεπε να απαντησει: "ενα διπλοσελινο" Τα χερια του Φιλιππη εκοκκινισαν απο το ξυλο που εφαγε με την ριγα Απο τοτε ο Φιλιππης επηρε το παρατσουκλι "Ο Τσιφτες"

Πανικκος Αιμιλιου: Ο Πουρούτης, ένας ηλικιωμένος βρακάς καθόταν έξω από τον καφενέ του Γιωρκή του Παπά και λιαζόταν με την καρέκλα ακουμπισμένη πάνω στον τοίχο. Έδειχνε να κοιμάται για ώρες και δεν άνοιγε τα μάτια του με τίποτε, παρά μόνο όταν άκουγε τακουνάκι από γυναικείο περπάτημα!

Ανωνυμος Αησεργιτης: Ολοι οι Αησεργήτες εγνωριζαν το παρατσούκλι του συγχωριανου Σσιόκολου που ηταν χαιδευτικά "Κόλος". Μια μερα ηρθε ενας βουλευτης απο το Βαρωσι και επροκειτο να καμει μιαν ομιλια στον καφενε. Γνωστοι για την φιλοξενια τους οι συγχωριανοι, ηθελαν ολοι να τον κερασουν. Ετσι και ο Σσιόκολος ειπε στον καφετζη να ρωτησει τον βουλευτη "τι θα παρει" Επλησιασε τοτε ο καφετζης και πραγματι ρωτα τον βουλευτη "Κυριε Χ...... τι θα παρετε απο τον Κόλο;" Μεχρι να του εξηγησουν περι τινος επροκειτο, εγινε χαμος!

Πανικος Αιμιλιου: Θυμαμαι το παλιο σχολειο, κοντα στην Αγια Παρασκευη, αποτελείτο από δύο τάξεις που χωρίζονταν με ένα ξύλινο παραβάν και μια πόρτα στη μέση. Ο δάσκαλος ο Σιγκαρλέττης έχανε πολλές φορές ξαφνικά τις αισθήσεις του και έπεφτε κάτω. Ο Στασής του Σιάλου που καθόταν δίπλα στην πόρτα, την άνοιγε και φώναζε τον δάσκαλο τον Κουτσοσιέρα - έτσι τον λέγαμε, είχε κομμένο το χέρι από τον καρπό και δεν θυμούμαι το όνομα του: "Κύριε έππεσεν ο δάσκαλος μας". Σε λίγα λεπτά ήταν καλά και συνέχιζε το μάθημα. Έλεγαν ότι είχε σφαίρα στο κεφάλι.

Κατερινα Ιωαννου: Μια μερα, στο παλιο σχολειο - διπλα απο την εκκλησια της Αγιας Παρασκευης - καθομουν στη πρωτη θεση με την Γιωρκου του Ζιλλη, κοντα στον πινακα και ο δασκαλος ο Συνκαρλεττης εβγαλε το κολανι και με κτυπουσε χωρις λογο. Πηγα σπιτι κλαιοντας και η μαμμα μου εκανε παραπονο στον διευθυντη, στο αλλο σχολειο και φωναζε η μανα μου η Μαριτσα "Να τον διωξετε, αφου εν αρρωστος"

Πανικος Αιμιλιου: Ο συγχωριανος Χαλιός ήταν πολυτεχνίτης. Ήταν ψαράς, έπιανε λαγούς με τσάκρες που κατασκεύαζε ο ίδιος. Πολλές φορές όμως του έκλεβαν τους λαγούς οι βοσκοί, όμως είχε τον τρόπο να ξέρει ποιοι ήταν οι «δράστες». Κατασκεύαζε τσαγκαροποϊνες (αρβύλες) με πρόκες από κάτω για να μη φθείρεται το δέρμα, και  τις οποίες κάρφωνε με διαφορετικό τρόπο για κάθε βοσκό, και βλέποντας τις πατημασιές ήξερε σε ποιο βοσκό ανήκαν

<ΕΝ ΕΧΕΙ ΚΑΝΕΝΑΝ ΕΣΣΩ, ΑΚΟΥΣΕΣ?> Στα πέτρινα χρόνια της προκατάληψης και της "φαρμακογλωσσιάς" κάποιος προστατευτικός πατέρας σηνήθιζε να αφήνει στο σπίτι τον αγαθό γιο του και τον πρόσταζε <όποιος κτυπησει την πορτα εν εχει κανέναν εσσω, ακουσες?> "Εντάξει" του απαντησε. Καποιο πρωι λοιπον - οταν εμεινε μονος ο αγαθός Αη Σεργήτης - ακούει την πορτα να κτυπά και ερωτά <Ποιος ειναι> και απαντα ο απέξω <Ρε Σ....... ανοιξε γιέ μου, εγιω ειμαι ο θκειός σου ο ...τάδε> για να παρει την απάντηση <Έν εχει κανέναν εσσω> <Μα αφου εισαι εσυ> του ξαναλέει. <Ε, μα ο τζιήρης μου, ειπεν μου οτι ΕΝ ΕΧΕΙ ΚΑΝΕΝΑΝ ΕΣΣΩ, ΑΚΟΥΣΕΣ?  Ατε... λάμνε στη δουλειά σου>.....

<ΤΖΙΝ ΤΗΝ ΛΙΡΑΝ ΆΠΑΠΟΟΟΟΟ> Κάποτε ο γέρο Ττάττης έταξε στο γιον του τον Κυριάκο, μιά λίρα αν τον εβοηθούσε να καθαρίσουν την αυλή απο τα αγκάθια και τα χόρτα. Με πολλη χαρα ο Κυριάκος εδούλεψε δυο μέρες και την έκαναν λαμπίκο! Ο γέρο Ττάττης ομως αθέτησε την υπόσχεση του! Παρά τες επανελημμένες εκκλήσεις του Κυριάκου, ο πατέρας δεν εκπλήρωνε την υπόσχεση του με αποτελεσμα ο ιδιος να αρχισει να εκνευρίζεται. Ετσι, όποτε εβλεπε μπροστά του τον καημένο τον Κυριάκο αρχιζε να τον "μουστουνιάζει" πριν καν να του ζητήσει την λίρα!
Ωπότε ο επιμένων Κυριακος εσκαρφίσηκε ενα κόλπο για να μην ξαναέρθει σε απευθείας επαφη και να τες "ξαναφάει": Επήρε δυο αδειανά σπιρτόκουτα (Πετεβίνο) και ενα σπάγγο δεκα μέτρα, έδεσε το ενα στη μιά ακρη και το αλλο στην αλλη άκρη. Μετά έβαλε το ενα στη κάμαρη του πατερα του (πανω στο κρεββάτι) και το αλλο στο "μαειρκό" και ετσι έφτιαξε ενα "ενσύρματο τηλέφωνο"!!
Μιά νύκτα ο πατέρας ηρθε στο σπίτι κουρασμενος, πηγε στη κάμαρη, βλεπει το σπιρτόκουτο με τον σπάγγο, το παιρνει στα χέρια του και ο Κυριάκος απο το "μαειρκό" αρχισε να φωνάζει <ντρικγ-ντριγκ... ε παπά πιάστο "τηλέφωνο" τζιαι βάλτο στ αυτί σου ν΄ακούεις καλά> Ο γέρο Ττάττης, αθώος, βαζει λοιπον στο αυτι το σπιρτόκουτο και ο Κυρικος απο το μαειρκό αρχισε να του φωνάζει: <ΤΖΙΝ ΤΗΝ ΛΙΡΑΝ ΆΠΑΠΟΟΟΟΟ>

Μαρινα Γληόρη Νικολάου <ΤΡΑΒΑΤΗΝ> : Ο Βασιλης ο Κοτσιοφης (του Ράτσου) ερωτευτηκεν την Φώτα και πηγεν να την κλεψει μαζι με ενα φιλο του ο οποιος συνεχεια του ελεγε "Τράβατην ρε, τραβατην"  και ετσι του εμεινε το παρατσουκλι ΤΡΑΒΑΤΗΝ!! Μετεπειτα επαντρεύθησαν και ο Βασιλης του Ράτσου ανοιξε την γνωστη ταβερνα

 

Watch us on Youtube  Find us on Face book  Play Music

Μπορείτε και εσείς να μας βοηθήσετε να ενημερώσουμε και να ολοκληρώσουμε την ιστοσελίδα για το Χωριό μας! Θα χαρούμε να λάβουμε τες ευτραπελες ιστοριες σας στην διεύθυνση: Αν επιθειμειτε να παραμεινετε ανωνυμοι παρακαλουμε οπως το δηλωσετε

Copyright ©2014 Yiotis Lambrou - Web Design by Yiotis Lambrou. Photo partly elaboration: Yiotis Lambrou.

Top